Το γραψιμο ειναι η καλυτερη μορφη επικοινωνιας μετα τον ερωτα

σκεψεις, συνεντευξεις και κειμενα

Monday, June 18, 2007

Η ώρα του ΤΕΛΟΥΣ

Δημοσιεύω σήμερα, όπως είχα υποσχεθεί, τις εκδοχές του "τέλους" για το διήγημα "Το Κενό του Σώματος".
Θα δημοιευθούν οι 8 έγκυρες συμμετοχές με αύξοντα αριθμό χωρίς να αναφέρεται ο συγγραφέας τους.
Θα δημοσιευθούν όμως τα ονόματα των συγγραφέων χωρίς τον αύξοντα αριθμό της συμμετοχής τους. Έτσι δεν θα φαίνεται ποιός έγραψε τι. Φυσικά μετά την ψηφοφορία θα ανακοινωθεί το ποιός έγραψε τι.
Θα ποστάρω λίγο από το διήγημα και μετά τις εκδοχές. Διαβάστε -αν έχετε υπομονή- και ψηφίστε.
ΤΟ ΚΟΥΤΑΚΙ ΤΗΣ ΨΗΦΗΦΟΡΙΑΣ ΕΙΝΑΙ ΣΤΗ ΒΑΣΗ ΤΟΥ ΜΠΛΟΓΚ
(Δυστυχώς εκεί μου βγήκε. Κατεβείτε με το ασανσέρ).

ΤΑ ΟΝΟΜΑΤΑ ΤΩΝ ΣΥΓΓΡΑΦΕΩΝ Τυχαία σειρά)
- 2σχ2
- ioeu
- χρήστος φασούλας
- anastassios
- industrialdaisies
- basileios
- composition doll
- the therapist

Αρχίζουμε λοιπόν.

ΤΟ ΚΕΝΟ ΤΟΥ ΣΩΜΑΤΟΣ
(μικρή επανάλειψη του προηγούμενου)

Το φως ανάβει ελαφρά και φωτίζει την πρώτη γραμμή των καθισμάτων, εκεί που κάθονται οι ξένοι και όλοι οι επίσημοι καλεσμένοι της εταιρείας μας. Στο μυαλό μου χτυπιέται πάντα η ίδια γνωστή σκέψη. Μην το καταλάβουν. Και τότε... Τότε, κάνοντας δυο βήματα αριστερά για να μη με τυφλώνει το φως από τη βιντεοκάμερα που μαγνητοσκοπεί την εκδήλωση, αισθάνομαι ότι έχω βρεθεί στις συνθήκες του υπνοδωματίου χτες. Η ταραχή μου μεγαλώνει. Τη νιώθω στα χέρια μου που δεν μπορούν ούτε ν’ ακουμπήσουν το μικρόφωνο. Η αίθουσα έχει μετατραπεί σ’ έναν τεράστιο σκοτεινό θάλαμο που μ’ εγκλωβίζει…

ΕΚΔΟΧΗ 1.

Έχουν ήδη περάσει κάποια λεπτά κι εγώ έχω αφήσει μισοτελειωμένη την πρώτη μου πρόταση. Ο οργανωμένος μου εαυτός, αυτός που δεν αποσυντονίζεται ποτέ, μου λέει να συνεχίσω. Το μυαλό μου, όμως, έχει αρχίσει και παίρνει στροφές, μια φευγαλέα σπίθα το διέσχισε και τώρα έχει πάρει φωτιά. Κι αν...

«Με συγχωρείτε, θα μπορούσε ο υπεύθυνος φωτισμού να ρίξει τον προβολέα στους καθρέφτες της αίθουσας;» Στα αυτιά μου φτάνει ένα χαμηλό σούσουρο από τους παρευρισκόμενους.

Τα πλαϊνά της αίθουσας συνεδρίων είναι επενδεδυμένα με καθρέφτες, παλιά τακτική για τέτοιους χώρους την οποία πάντα έβρισκα κιτς. Ο προβολέας πέφτει πάνω τους και, ενώ το μάτι μου ακολουθεί τη δέσμη φωτός, πάνω στους καθρέφτες δεν φτάνει τίποτα, παραμένουν σκοτεινοί, όπως η αίθουσα.

Ξεροβήχω. «Με συγχωρείτε, είναι αδύνατον να εκφωνήσω τον σημερινό λόγο μου. Βλέπετε, όλα αυτά δεν υπάρχουν στην πραγματικότητα κι εγώ πρέπει να βρω έναν τρόπο να επιστρέψω σε αυτήν.» Ο ξένος σηκώθηκε μονομιάς, έτοιμος να με εμποδίσει, οι δικοί μου δεν κουνήθηκαν, μόνο ένα πιο δυνατό σούσουρο έφτασε στα αυτιά μου από την μεριά τους. Άφησα τον λόγο μου και κατέβηκα βιαστικά τα σκαλιά της εξέδρας. Ο ξένος με έπιασε από το μπράτσο και με κοίταξε στα μάτια δίνοντάς μου να καταλάβω πως αν έφευγα η καριέρα μου τελείωνε εκεί. Άρπαξα το μαχαίρι από το πιάτο του κι όπως με κρατούσε του τράβηξα μια απότομη μαχαιριά στον καρπό. Έσκουξε από την τρομάρα και τον πόνο και με άφησε. Όμως δεν έσταξε ούτε σταγόνα αίμα. Άρπαξα την τσάντα μου, βγήκα έξω και ζήτησα το αυτοκίνητό μου.

Μία ώρα μετά ήμουν στο σπίτι. Η Μερόπη είχε βάλει σουφλέ στο φούρνο, η σπεσιαλιτέ της. Ξαφνιάστηκε, της είπα κάτι για μια μικρή αλλαγή στο πρόγραμμα. Έπρεπε να λειτουργήσω γρήγορα, θυμόμουν ότι σε αυτές τις περιπτώσεις έχεις λίγα εικοσιτετράωρα για να δραπετεύσεις• διαφορετικά μένεις για πάντα εγκλωβισμένος. Θυμήθηκα πάλι την Κρήτη, τότε που ο πατέρας με είχε στείλει να φέρω νερό από το πηγάδι κι εγώ, από το βάρος αυτού που κουβαλούσα, είχα κουτρουβαλιαστεί στο γκρεμό, ανίκανος να ξανανέβω. Είχαν περάσει ώρες τότε μέχρι να βγει να με ψάξει ο πατέρας, μέχρι που με άκουσε να φωνάζω και έφερε τον Μάνθο. Αυτός με πήρε στην πλάτη του και με ανέβασε.

Έμεινα μόνο με το εσώρουχο. Ο μεγάλος καθρέφτης που είχαμε στην κρεβατοκάμαρα έστεκε απέναντί μου. Πήρα μικρή φόρα και πέρασα από μέσα του. Έγινε θρύψαλα με έναν τρομακτικό κρότο. Η Μερόπη ούρλιαξε κι έτρεξε αναστατωμένη από την κουζίνα. Με βρήκε στο πάτωμα, κουλουριασμένο πάνω από τα κομμάτια του καθρέφτη να αιμορραγώ στο κεφάλι και τον ώμο.

«Είσαι καλά; Τι έγινε;»
«Τίποτα, τίποτα. Ζαλίστηκα λίγο...»
«Να πάμε σε νοσοκομείο!»
«Όχι, εντάξει... Αλήθεια, καλά είμαι.»

Χαμογελούσα με την ίδια ανακούφιση όπως τότε, στην Κρήτη. Ήμουν σίγουρος πως πίσω από αυτόν τον καθρέφτη είχα εγκλωβιστεί, ήταν η κατάρα για την οποία μου είχε μιλήσει η γιαγιά μου, η κατάρα του νάρκισσου και του υπερόπτη• κι εγώ την κορόιδευα... Σε αυτόν τον καθρέφτη μπροστά είχα πάρει την Νόρα λίγες μέρες πριν, όταν η Μερόπη και τα παιδιά έκαναν ημερήσια εξόρμηση στο εξοχικό μας. Σε αυτόν τον καθρέφτη μπροστά έπαιρνα την Νόρα θαυμάζοντας ασταμάτητα τα φυσικά μου προσόντα και οραματιζόμενος την στιγμή που θα την έπαιρνα πάλι μετά την ανακοίνωση της προαγωγής μου. Πόσο γελοίος είχα γίνει στο πέρασμα των χρόνων, το κατάλαβα εκείνη τη στιγμή. Άρχισα να γελάω δυνατά, αγκάλιασα την Μερόπη που είχε χέρια λερωμένα με βούτυρο, κυλιστήκαμε στο πάτωμα όπως παλιά, πασαλειμμένοι στο βούτυρο και τα αίματα. «Ετοίμασε βαλίτσες, Σαββατοκύριακο φεύγουμε διακοπές στην Κρήτη. Οι δυο μας...»


ΕΚΔΟΧΗ 2

Και τότε τον βλέπω. Κάθεται εκεί, στην πρώτη σειρά, ανάμεσα στους επισήμους, χωρίς ν’ ανήκει σ’ αυτούς. Πουθενά δεν ανήκει, δεν είναι ένας από μας, είναι ένας άγνωστος. Ένας άγνωστος που, όμως, έχω την αίσθηση πως τον γνωρίζω και με γνωρίζει καλά. Τα φώτα εξαφανίζονται, ένα μόνο σποτ φωτίζει αποκλειστικά εκείνον.
-Ποιος είσαι
;
-Με ξέρεις.
-Όχι, δεν…
-Με ξέρεις, αλλά με ξέχασες. Κάπου με έχασες στο δρόμο.
-Ποιος είσαι
;
-Το νόημα της Ζωής.

Σηκώνεται και έρχεται προς το μέρος μου. Στην αίθουσα έχουμε απομείνει μόνοι. Στέκεται απέναντί μου και με κοιτά κατάματα. Και με βομβαρδίζει με ερωτήσεις.

-Πώς λένε την καλύτερη φίλη της κόρης σου;

-Γιατί δεν πήγες στη συναυλία του γιου σου;
-Τι χρώμα είναι το καινούριο φόρεμα της γυναίκας σου;
-Πόσον καιρό έχεις να δεις τους γονείς σου;

-Είναι ευτυχισμένη η αδελφή σου με τον τελευταίο της γκόμενο;
-Πότε ήταν η τελευταία φορά που είδες ανατολή; Και ηλιοβασίλεμα;
-Γιατί έχεις τόσον καιρό να βρεθείς με τον Θάνο, τον σύντροφο και φίλο των παιδικών σου χρόνων;
-Πότε….;
-Πώς…;
-Γιατί…;

Έμεινα να τον ακούω σαν χαμένος. Δεν ήξερα τι να απαντήσω, δεν υπήρχαν απαντήσεις. Ένοιωσα να σβήνω. Και τότε ήρθε ο πόνος. Ένας πόνος περίεργος, σαν αυτόν που περιγράφουν οι εμφραγματίες. Μα εγώ δεν είχα, πια, καρδιά, πώς ήταν δυνατόν να την αισθάνομαι να πονάει.

-Βοήθησέ με… Δεν είναι αργά. Πες πως δεν είναι αργά!

Δεν απάντησε. Με πλησίασε και έπιασε με τα χέρια του το πρόσωπό μου. Έσκυψε προς το μέρος μου και με φίλησε στο στόμα. Και φύσηξε μέσα μου την πνοή του. Την ένοιωσα να διαπερνά τον σφραγισμένο μου οισοφάγο και να γεμίζει την κοιλότητα των –ανύπαρκτων πλέον- σπλάχνων μου. Ρίγησα.

“Κρυώνεις;”, άκουσα τη φωνή της Μερόπης. Άνοιξα τα μάτια, ήταν εκεί, ξαπλωμένη δίπλα μου, τα μαλλιά της ένας κόκκινος χείμαρρος στο μαξιλάρι. “Τι σου συμβαίνει; Μοιάζεις άρρωστος”. Τότε ξεκαθάρισαν όλα. Έγειρα και τη φίλησα στο στόμα, με το πάθος του πρώτου καιρού.

-Ποτέ δεν ήμουν καλύτερα. Σήκω, ετοιμάσου, ξύπνα τα παιδιά. Φεύγουμε για το νησί.
-Μα… το συνέδριο… η θέση σου…
-Φεύγουμε, Μερόπη. Δεν έχω χρόνο για το συνέδριο. Πρέπει να ζήσω. Να ζήσουμε.


ΕΚΔΟΧΗ 3

…κοίταξα στα πόδια μου και αντιλήφθηκα πως το φως από την βιντεοκάμερα δεν έριχνε καν σκιά πίσω μου. Δεν ήμουν μόνο εσωτερικά ένα κενό, ήμουν πια ολόκληρος ένα κενό που προσπαθούσε να μιλήσει στα πρόσωπα και στις σκιές που άκουγαν την κενή φωνή μου. Και τότε γύρισα πίσω το βλέμμα μου στον χώρο του videowall που είχε προβάλει την υποδοχή των ξένων και κατάλαβα με τα λόγια που ήταν εκεί γραμμένα και με το βίντεο του εαυτού μου που έπαιζε σε όλες του τις πιθανότητες πως στην πραγματικότητα δεν υπήρχα και ούτε είχα ποτέ υπάρξει έξω από εκείνο το κενό που με δημιούργησε σαν ένα πείραμα.

Το URL http://leiavitali.blogspot.com/ στην κορυφή του Video wall αποκάλυπτε πως δεν είχα άλλη ζωή και άλλο τέλος πίσω από αυτό που θα μου χάραζαν οι επισκέπτες σ’ αυτό το πείραμα που θα αφορούσε την κάθε μου συνέχεια από κει και μπρος. Το κενό σε όλη του την πολυπλοκότητα, σε όλη του την τυπικότητα, σε όλη του την διαφορετικότητα εκτυλισσόταν σε ιστορίες μπροστά μου, με την καθεμιά να διαδέχεται την άλλη χωρίς ουσιαστικό τέλος.

Γύρισα πάλι μπροστά, κοιτώντας το κοινό που περίμενε να συνεχίσω. Με την άκρη του ματιού μου είδα την Μερόπη – μα που βρέθηκε; - να μπαίνει στην αίθουσα, να με κοιτά χαμογελαστή και να ξεκινά ένα χειροκρότημα που ακολούθησαν όλοι οι υπόλοιποι στην αίθουσα.

Όλα είχαν πια τελειώσει και η καρδιά μου ξεκίνησε να χτυπά.


ΕΚΔΟΧΗ 4

Τα πρόσωπα σβήνουν. Μόνο τα πρόσωπα. Τα σώματα μένουν να μου θυμίζουν το φόβο μου. Σώματα σκιές. Σχεδόν ενωμένες. Όλο και πιο ενωμένες. Στο τέλος γίνονται μια σκιά. Ένα σκοτάδι. Κι ύστερα ένα φως. Γαλακτερό. Κι η μουσική. Από παντού. Ολόγυρα. Από μέσα μου, έτσι καθώς διέσχιζε ορίζοντας το είμαι και δεν είμαι. Ένιωθα πάλι να ξέρω ποιος είμαι. Κυρίως πού είμαι. Κι ας μην ήξερα τίποτα. Αυτό το τίποτα ήταν άλλωστε τόσο οικείο. Γι' αυτό ηρέμησα. Χαλάρωσα τη γραβάτα, τη διάθεσή μου, κατάπια (αλήθεια, τι?) και είπα:

ΜΠΟΥΜ!

Πετάχτηκε όρθιος! Πάλι η έκρηξη. Πάλι το ίδιο όνειρο. Πάει τόσος καιρός από εκείνη την μοιραία τελευταία προσπάθειά του να μιλήσει, λίγα δευτερόλεπτα πριν από την έκρηξη που τους έστειλε όλους…, όλους; Μα ναι. Ευτυχώς ή δυστυχώς τους έχει κι εδώ όλους γύρω του. Να λένε όλο τα ίδια και τα ίδια. Να κάνουν τα ίδια καμώματα. Τα ίδια ανιαρά σχόλια. Και να’ χει κι από πάνω και τον ίδιο εφιάλτη κάθε βράδυ. Άνυδρος, χωρίς αίμα, χωρίς σπλάχνα (είναι που μάλλον τα ρήμαξαν όλα τα θραύσματα που τον πήραν απ’ τους πρώτους). Να περιφέρεται ανάμεσά τους, όπως και τότε. Μα μήπως άνυδρος δεν ήταν και τότε? Στεγνωμένος από ό,τι μπορεί να κυλούσε μέσα στο σώμα του. Στεγνωμένος από αισθήσεις κι αισθήματα. Ξενοπηδούσε μόνο πού και πού, για να θυμάται ότι…κάτι επιτέλους κυλάει μέσα του. Τώρα ούτε κι αυτό δεν μπορούσε πια. Ούτε στο όνειρο. Μα βλέπουν όνειρα οι πεθαμένοι; Εφιάλτες; Ποιος να το πίστευε; Αυτή λοιπόν είναι η κόλαση…


ΕΚΔΟΧΗ 5

Η έκφραση στα πρόσωπα των καλεσμένων δήλωνε αμηχανία κι ανυπομονησία συνάμα. Κοιτάω με αγωνία τα τρεμάμενα χέρια μου και κυριεύομαι από φρίκη! Το θέαμα είναι κυριολεκτικά απίστευτο... Η επιδερμίδα μου έχει γίνει πάλι διάφανη όπως χθες το βράδυ, μόνο που τώρα δεν φαίνεται τίποτε απολύτως από μέσα... Μαζί με τα ζωτικά μου όργανα είχαν εξαφανιστεί και τα κόκκαλά μου! Ένιωσα να καταρρέω στη διαπίστωση πως είμαι απόλυτα κενός. Εξακολουθούσα να έχω αντίληψη, αν και όχι σε οξύτητα. Η βοή που ερχόταν από την αίθουσα έφτανε ξεψυχισμένη στ'αυτιά μου. Η όραση μου ήταν θολή και το μόνο που μπορούσα να δω ήταν ο γκρεμός... Ο πατέρας μου συνέχιζε να με καθησυχάζει...

- Μην αγχώνεσαι, μου λέει. Ο Μάνθος δεν θα σε αφήσει να πέσεις...

- Μα βρίσκεται τόσο κοντά στην άκρη του γκρεμού, γκρίνιαξα εγώ.

- Βρισκόμαστε ψηλά κι η θέα του γκρεμού είναι εκεί για να μας το θυμίζει αυτό. Ο Μάνθος το ξέρει καλά και τα βήματά του είναι σίγουρα και συνετά. Να παίρνεις παράδειγμα από αυτόν...

Στην αίθουσα επικρατούσε πανικός. Άκουγα διάφορες φωνές μα δεν καταλάβαινα τι έλεγαν. Ήταν σαν να έρχονται από το βάθος ενός τούνελ. Αμυδρά ξεχώρισα τη φωνή της Μερόπης...

- Άργησες πάλι... Είχες υποσχεθεί στα παιδιά ότι θα γύριζες απ'το ταξίδι χθες το βράδυ...

- Προέκυψε η ανάγκη να παρατείνουμε το συνέδριο κατόπιν συνεννοήσεως με την σύμβουλο δημοσίων σχέσεων. Δεν μπορούσα να το αποφύγω, δυστυχώς...

Βρισκόμουν ψηλά και τα βήματά μου δεν ήταν πάντοτε συνετά. Η Μερόπη ήταν το σκαλοπάτι μου για την επιτυχία. Το βήμα αυτής της αίθουσας ήταν ο γκρεμός μου. Κι εγώ μόλις είχα πέσει... Βρέθηκα στο πάτωμα, με τις αισθήσεις μου πάλι σε εγρήγορση, με δεκάδες άτομα γύρω μου να με κοιτούν με λύπηση. Μια φωνή έβγαινε απ'το στόμα μου και έλεγε...

- Ειμαι κενός... είμαι κενός...

Την ώρα που οι νοσοκόμοι με κουβαλούσαν δεμένο χειροπόδαρα σε φορείο, η Νόρα μου ψιθύρισε στο αυτί με χαμόγελο μνησικακίας...

- Πάντα ήσουν...


ΕΚΔΟΧΗ 6

Νιώθω να αδειάζω. Καινούρια σκέψη ή μάλλον ανάμνηση κυριεύει το μυαλό μου: θυμήθηκα που ζήτησα κάποτε από τη Μερόπη μου να με κρατούσε μαζί της αν ποτέ ένιωθα ελαφρύτερος. Δεν είναι εδώ για να τηρήσει την υπόσχεσή της. Είμαι μόνος μου. Μονάχα εγώ και η μοναδική μου σκέψη. Αιωρούμαι, φτάνω στο ταβάνι της ολοσκότεινης πια αίθουσας. Κι όμως βλέπω πεντακάθαρα, κρυστάλλινα. Η ανάμνηση χάθηκε, η σκέψη επιμένει. Αποχωρίζομαι το σώμα μου μα παράλληλα το βλέπω να στέκει έτοιμο να ξεστομίσει ό,τι σκέφτεται, απελευθερωμένο! Στρέφω το βλέμμα μου και τους αντικρίζω όλους ανεξαιρέτως να με περιμένουν να συνεχίσω το λόγο μου. Το επιστρέφω σε εμένα και για πρώτη φορά νιώθω να με θαυμάζω με όλη μου τη δύναμη για το θάρρος μου καθώς ξεκινάω να μιλάω:

"...μαζευτήκαμε εδώ σήμερα για να με ακούσετε να σας λέω αυτά που υποθέτετε πως θα σας πω προτού καν μιλήσω. Να τα ομορφύνω και με λίγα έξυπνα αστειάκια ώστε να γελάσουμε γιορτάζοντας την πρόοδό μας. Κυρίες και κύριοι, σας έχω μια έκπληξη. Ο άνθρωπος που περιμένατε να σας μιλήσει δεν είναι πια εδώ. Στη θέση του θα σας μιλήσει ένα κενό σώμα που πια δεν έχει τίποτα να χάσει. Ladies and gentlemen, madammes et monsieurs, δεν υπάρχω, I am not existing, je n' existe pas! Και για πρώτη φορά μετά από καιρό αισθάνομαι ξανά ελεύθερος, δίχως άγχος, δίχως φόβο." Τους κοίταζα από ψηλά και έβλεπα τα αποσβολωμένα τους πρόσωπα πιο νεκρά και από το θάνατο. Απτόητος συνέχισα:

"Βλέπετε, στο κυνήγι της καταξίωσης κάπου έχασα τον εαυτό μου. Μαγεμένος από ψεύτικες τιμές και ανίερα κίνητρα παράτησα τα νοήματά μου και έγιναν βορά στις ορέξεις σας. Απομακρύνθηκα από όλους όσους με αγαπούν πραγματικά, θαμπώθηκα! Η καρδιά μου δεν χτυπάει πια, το αίμα μου δε με ζεσταίνει, τα εντόσθια μου σας σιχάθηκαν. Ούτε εγώ με αναγνωρίζω. Το είδωλό μου με ειρωνεύεται. Θα σας πρότεινα να θυμηθείτε πως είναι να ζείτε αλλά θα ήταν περιττό. Σας λέω όμως πως από εδώ και πέρα θα ζείτε χωρίς εμένα ανάμεσά σας. Φεύγω, έχω να βρω τον εαυτό μου."

Είδα το σώμα μου να κατευθύνεται προς την έξοδο της αίθουσας και τα κεφάλια τους να με ακολουθούν σαν περισκόπια. Κι ύστερα κατέβηκα. Επανενώθηκα με το κορμί μου. Έβαλα το χέρι στο στήθος μου και άκουσα την καρδιά μου να χτυπά γεμάτη ένταση. Ξανάγινα εγώ!


ΕΚΔΟΧΗ 7

Κι έπειτα, μια ξαφνική φωταψία, λες κι άστραψαν χιλιάδες φλας μες στο σκοτεινό θάλαμο του μυαλού μου. Γιατί ο σκοτεινός θάλαμος δεν ήταν τίποτ' άλλο παρά ένα νοσηρό κατασκεύασμα του νου μου, του παρανοϊκού μου εγκεφάλου, του μοναδικού οργάνου του κορμιού μου που εξακολουθούσε να δουλεύει, και μάλιστα πυρετωδώς...

Η αίθουσα ήταν ακόμα εκεί, το ίδιο και οι σύνεδροι. Μόνο που...

Μόνο που στην πρώτη σειρά δεν έβλεπα πια τα στελέχη της εταιρείας. Δεν έβλεπα τον ξένο. Δεν έβλεπα τον Πρόεδρο, τον Αντιπρόεδρο, τα μέλη του διοικητικού συμβουλίου... Έβλεπα τη Νόρα, με τα πόδια στην ανάταση. Έβλεπα το Μάνθο, με τα πόδια τούρλα, έξω απ' το λάκο, σαν να μούντζωνε θεούς και δαίμονες. Έβλεπα τη Μερόπη με τα πόδια στο...

Τα πόδια της Μερόπης ήταν κάτω απ' τα σεντόνια. Τα 'νιωσα να με κλοτσάνε. Μια απαλή, τρυφερή κλοτσιά στη γάμπα ήταν όλη κι όλη, αλλά εγώ την αισθάνθηκα μες στο μεδούλι μου. Όπως τότε, όταν ήμουν έξι χρονώ κι ο Μάνθος μου 'χε χώσει μια κλοτσιά στο δόξα πατρί και μου 'χε σμπαραλιάσει δυο παΐδια...

"Ξύπνα, αγάπη μου, θ' αργήσεις στο συνέδριο...".

Ναι, σωστά, η Μερόπη είχε δίκιο, θ' αργούσα στο συνέδριο, έπρεπε να σηκωθώ.

Οι ολοζώντανες εικόνες απ' το αλλοπρόσαλλο όνειρο που μόλις είχα δει δεν έλεγαν να μου φύγουν απ' το νου τη στιγμή που ανασηκώθηκα κι έκανα να στηριχτώ στους αγκώνες. Όμως, οι αγκώνες δε στήριζαν το βάρος του κορμιού μου, λες κι ήταν φτιαγμένοι από ζελέ, λες κι ήταν άυλοι, λες...

Σηκώθηκα τελικά, χωρίς καν να το καταλάβω, χωρίς κανέναν κόπο, χωρίς να στηριχτώ πουθενά. Αλλά ούτε κι όταν σηκώθηκα στηριζόμουν πουθενά, τα πόδια μου δεν άγγιζαν το πάτωμα, το κορμί μου...

"Αγάπη μου, ξύπνα, δεν ακούς; Θα... Αγάπη μου;..."

Το κορμί μου ασάλευτο πάνω στο στρώμα... Κι η Μερόπη, έντρομη πια, να το σπρώχνει, να το αγκαλιάζει, να το τραντάζει. Κι όλ' αυτά την ώρα που η αύρα που είχε αποδράσει από τα βάθη του κορμιού μου, η ψυχή που το 'χε σκάσει από τα έγκατα του νου μου, άρχισε να παίρνει την ανιούσα, διαπερνώντας το ταβάνι, διαλύοντας τα σύννεφα, τρυπώντας το -ούτως ή άλλως τρυπημένο- στρώμα του όζοντος...

Έτσι ήμουν, τελικά. Αυτός ήμουν, και στη ζωή και στο θάνατο: ανάποδος. Πρώτα μου βγήκε το χούι. Κι ύστερα η ψυχή...


ΕΚΔΟΧΗ 8

…αλλά τώρα βλέπω καθαρά. Όλοι στο κοινό βρίσκονται στην ίδια κατάσταση με μένα. Όλοι τους είναι διάφανοι. Όμως δείχνουν χαλαροί – δεν συμβαίνει τίποτα.

Το βλέμμα τους λέει να μην ανησυχώ. Δεν χρειάζεται να ανησυχώ.

Δεν ανησυχώ.

«Η πολιτική της εταιρίας μας έχει στόχο να βοηθά…»

Επίλογος

Η Μερόπη δεν το πρόσεξε. Ποτέ.


ΕΔΩ ΟΛΟΚΛΗΡΩΘΗΚΑΝ ΟΙ 8 ΕΚΔΟΧΕΣ
ΨΗΦΙΣΤΕ ΑΥΤΗΝ ΠΟΥ ΚΑΤΑ ΤΗ ΓΝΩΜΗ ΣΑΣ ΤΑΙΡΙΑΖΕΙ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΟ ΣΤΟ ΔΙΗΓΗΜΑ.
Η ψηφοφορία θα διαρκέσει 1 εβδομάδα. Τα αποτελέσματα θα ανακοινωθούν την άλλη Δευτέρα. Και θα αναρτηθεί την επομένη ολόκληρο το διήγημα με την εκδοχή που διαλέξατε.
Τότε θα δημοσιευτεί και η αρχική εκδοχή του διηγήματος.

(Παρακαλώ στείλτε μου με μέιλ τις διευθύνσεις για να σας στείλω ταχυδρομικά το βιβλιαράκι με την αναμνηστική αφιέρωση της συμμετοχής σας).

ΚΑΛΗ ΑΝΑΓΝΩΣΗ και ΚΑΛΗ ΕΠΙΤΥΧΙΑ







13 comments:

industrialdaisies said...

Να πω πως μου άρεσαν πάρα πολύ αυτά που διάβασα...

NinaC said...

Κι εμένα, κι εμένα!

Λεία Βιτάλη συγγραφέας said...

Κι εμένα κορίτσια μου άρεσαν. Και χάρηκα για τις συμμετοχές.

Χρήστος Φασούλας said...

Και οι εφτά ήταν υπέροχες! Όσο για την όγδοη (όχι αριθμητιικά, εξηγούμαι) θα την κρίνει η... ιστορία!
:))

2Σx2 said...

Η πλάκα είναι πως ο καθένας έχει ψηφίσει το δικό του. Μόνο ο 8 λείπει τώρα που γράφω. Ω! Ματαιοδοξία! :)))

Πάντως έχει ενδιαφέρον να διαβάζεις και άλλες εκδοχές ειδικά από τη στιγμή που έχεις συμμετάσχει. Γενικά υπάρχουν ομοιότητες ανάμεσα στις 8 προτάσεις. Αλήθεια, πότε θα διαβάσουμε τη δική σου;

Καλό βράδυ!

Unknown said...

Το δικό μου μόλις τελειώσει η ψηφοφορία.

anastassios said...

Αν και έχουν ομοιότητες πιστεύω ότι είναι εντελώς διακριτές, και αυτό είναι και το σημαντικό.

Κάθε βιβλίο, κάθε κείμενο, κάθε τραγούδι είναι Personal Jesus

ioeu said...

Καλά ξεμπερδέματα, αγαπητή, με όσα έχετε μέσα στο κεφαλάκι σας!

Όσο για τις οκτώ εκδοχές τέλους, είναι ενδιαφέρον ότι συγκλίνουν σε κάτι που εσείς υποβάλλατε...

Τα εύσημα στην οικοδέσποινα, λοιπόν!

Unknown said...

anastassios
Συμφωνώ απόλυτα μαζί σου.

Unknown said...

ioeu
Με γεια σας. Ίσως να έχετε δίκιο αγαπητέ. Το κεφάλι μου έχει διασπασθεί, σε λίγο θα εκραγεί και αυτό επιτέλους ελπίζω και επιδιώκω. Μόλις συμβεί αυτό θα... αποσυρθώ στα ενδότερα.

reader's-diggest said...

Ωραία δείγματα γραφής...
Φυσικά η αξιαγάπητη οικοδέσποινα έστειλε όλο τον κόσμο σε μια κατεύθυνση και όπως συνηθίζει στα βιβλία της θα τελειώσει την ιστορία έτσι και όπως δεν θα περιμένει κανείς μας. ΑΝ ΔΗΛΑΔΗ ΤΗΝ ΤΕΛΕΙΩΣΕΙ με τον κλασικά λογοτεχνικό τρόπο και κλασικές φόρμες και δεν προτιμήσει κάτι ''αλά-Τζόις'', όπως συνηθίζει όταν γράφει διηγήματα (να τα βρείτε τα διηγήματα της οικοδέσποινας αν και λίγο παλαιότερα και μάλλον δυσεύρετα τώρα). Θα στοιχημάτιζα πάνω σ' αυτό αλλά επειδή δεν βάζω στοιχήματα προτίμησα να ψηφίσω την ελαφρά πιο διαφοροποιημένη και μάλλον πιο ευφάνταστη εκδοχή από τις 8...

Λεία Βιτάλη συγγραφέας said...

Reader's Diggest
Ευχαριστώ για την επίσκεψη. Πάντα ευπρόσδεκτος. Και ευχαριστώ και για καλά σας λόγια. (Αν σας άκουγε ο Τζόις...)
Γράφετε ότι ψηφίσατε την πιο ευφάνταστη εκδοχή. Μμμ... Ναι, κατάλαβα ακριβώς τι ψηφίσατε.
Αλλά μήπως αγαπητέ έχετε αφήσει μια εκκρεμότητα;

Λεία Βιτάλη συγγραφέας said...

Προς όλους
Κάποιοι μου έστειλαν διευθύνσεις για να αποστείλω το βιβλιαράκι. Μερικοί όχι ακόμη. Κάντε το για να μήν τρέχω συνέχεια στα ταχυδρομεία και κάνει και ζέστη παρακαλώ.