Το γραψιμο ειναι η καλυτερη μορφη επικοινωνιας μετα τον ερωτα

σκεψεις, συνεντευξεις και κειμενα

Wednesday, May 02, 2007

ΣΚΗΝΗ 5


HXOI ΓPAΦEIOY. ΦAΞ. KOMΠIOYTEP. EKTYΠΩTHΣ. THΛEΦΩNA.
OMIΛIEΣ EΛΛHNIKA KAI AΓΓΛIKA ΠOY ΔEN KATAΛABAINEIΣ TI ΛENE.

(Tώρα το τραπέζι είναι σε αίθουσα συμβουλίου. Κάθονται γύρω ο Zαννής, ο Στηβ και η Άλκη συνεχίζοντας τη συζήτησή τους. Ο Ζαννής παίζει συγχρόνως μ’ έναν χαρτοκόπτη σκίζοντας φάκελα. Η Άλκη έχει τα μαλλιά της καρέ).

ΑΛΚΗ: Η ανάπτυξη του τμήματος πωλήσεων απαιτεί σύγχρονη εκπαίδευση. Αν θέλουμε να συναγωνιστούμε τα αντίστοιχα τμήματα των αναπτυγμένων ευρωπαϊκών χωρών. Η εκπαίδευση με τη σειρά της θα δώσει ώθηση στην άνοδο των πωλήσεων τουλάχιστον της τάξης του 25 τοις εκατό. Σχεδόν μόνο μ’ αυτό αγγίζουμε τον στόχο (Δίνει το φάκελο στον Ζαννή) Αυτή είναι η πρότασή μου λεπτομερώς. Ο Στηβ την έχει λάβει με email προ δεκαημέρου.

(Ο Ζαννής κοιτάζει τον Στηβ).

ΣΤΗΒ: Πρόσεξέ με. Ζαννή με προσέχεις; Αυτά σημαίνουν αντικατάσταση καταξιωμένων στελεχών με παιδαρέλια.

ΑΛΚΗ: Μα μιλάμε για ταχεία ανάπτυξη. Αυτό είναι το ζητούμενο. Το know how που απέκτησα εγώ αυτούς τους μήνες, θέλω να το μοιραστώ με όλους τους πωλητές. Προς όφελός μας φυσικά.

(Ο Ζαννής παρακολουθεί την κόντρα).

ΣΤΗΒ: Αντιλαμβάνεται κανείς ευθύς εξ αρχής το τι επιδιώκεται.

ΑΛΚΗ: Παρακαλώ. Ας το αφήσουμε αυτό να το κρίνει ο πρόεδρος.

ΠΑΥΣΗ

ΣΤΗΒ: Καλώς ή κακώς έχουμε μια ιεραρχία (Στον Ζαννή) Η… «συνάδελφος» ζητά να καταργηθεί αυτή η ιεραρχία με το πρόσχημα της ανάπτυξης.

(Ο Ζαννής συνεχίζει να κόβει φακέλους με τον χαρτοκόφτη).

ΑΛΚΗ: Αυτό είναι αντιδεοντολογικός υπαινιγμός. Η συντήρηση στην εποχή μας είναι ανασταλτικός παράγοντας για την ανάπτυξη.

ΣΤΗΒ: Υπάρχει ένας πολύ μεγαλύτερος ανασταλτικός παράγοντας. Που σε αφορά προσωπικά. Με προσέχεις;

ΑΛΚΗ: Αδυνατώ να τον φανταστώ.

ΣΤΗΒ: (Έκπληκτος) Παίζεις παιχνίδι. Το ρισκάρεις.

ΑΛΚΗ: (Στον Ζαννή) Πρόεδρε, παρακαλώ να εξετάσετε προσωπικά τις προτάσεις μου.

(Ο Ζαννής σηκώνεται).

ΖΑΝΝΗΣ: Τελειώσαμε.

ΣΤΗΒ: (Σηκώνεται. Διστάζει. Θέλει κάτι να πει).

ΖΑΝΝΗΣ: Τελειώσαμε.

(Η Άλκη σηκώνεται. Αρχίζει να μαζεύει τα χαρτιά της. Κοιτάζονται με τον Ζαννή αμίλητοι. Ο Στηβ βγαίνει. Πίσω του και η Αλκη. Αμέσως η Άλκη ξαναμπαίνει. Κοιτάζονται με τον Ζαννή. Για λίγο έτσι).

ΖΑΝΝΗΣ: Τελειώσαμε.

ΑΛΚΗ: (Μένει ακίνητη) Σε σκεφτόμουν όλη νύχτα/

ΖΑΝΝΗΣ: Κάναμε λάθος. Δεν το συνηθίζω εδώ μέσα-

ΑΛΚΗ: Eίχα τα χέρια σου πάνω μου. Tα ‘φησες πάνω μου όταν έφυγες. Γιατί το ‘κανες αυτό;

ΠAYΣH

ΖΑΝΝΗΣ: Άκου. Έχω μάθει να βουλώνω τ’ αυτιά μου στις σειρήνες. Kαταλαβαίνεις, έτσι;

ΑΛΚΗ: Χτες βράδυ ήσουν αλλιώς.

ΖΑΝΝΗΣ: Ξέχασέ το. Κάνε καλά τη δουλειά σου.

(Kοιτάζονται χωρίς να μιλούν για λίγο).

ΖΑΝΝΗΣ: (Bραχνός) Φύγε. Τώρα αμέσως.

ΑΛΚΗ: (Mένει ακίνητη).

(O Zαννής πηγαίνει πίσω της. H Άλκη στέκεται με κομμένη την ανάσα. Mε την κόψη του χαρτοκόφτη αρχίζει να χαϊδεύει την πλάτη της. Για λίγο έτσι. Ύστερα η Άλκη του παίρνει μαλακά τον χαρτοκόπτη γυρίζοντας και προτείνει τα χείλη της. Ξαφνικά ο Ζαννής απομακρύνεται).

10 comments:

ioeu said...

H Άλκη στέκεται με κομμένη την ανάσα.

Και όχι μόνο η Άλκη...

industrialdaisies said...

Μου αρέσει πολύ πώς από την αρχή της σκηνής, που μεταφέρετε πολύ όμορφα τη φασαρία και την "αγριάδα" ενός γραφείου, στο τέλος της σκηνής νιώθω την μοναξιά, την ησυχία και την "αγριάδα" που βιώνουν οι ήρωες ενώ είναι ακόμα στον ίδιο χώρο... Μετά, μετά; Καλό μήνα!

Σπύρος Σεραφείμ said...

από τις πιο αληθινές ιστορίες που χάνονται στα meeting rooms και στα dead lines...
να είσαι καλά!

Unknown said...

Καλημέρα Λεια μου.
Φοβερό κειμενάκι γι' άλλη μια φορά. Συμφωνώ με ioeu αλλά και με την ε κ π λ η κ τ ι κ ή παρατήρηση του δεύτερου σχολίου.
Φιλάκια
:Ο)

Υ.Γ. Σόρυ που δεν πολυεμφανίζομαι αλλά περνάω τόσο καλά που έχω "ξεχάσει" τον κόσμο γύρω μου. Θα τα πούμε κάποια στιγμή απ' το τηλέφωνο. :Ο)

Λεία Βιτάλη συγγραφέας said...

ioeu
Πόσα ξέρεις!...

Λεία Βιτάλη συγγραφέας said...

ndustriadaisies
Σ' ευχαριστώ για την ευαισθησία που δείχνεις. Καλή μήνα και σε σένα.

Λεία Βιτάλη συγγραφέας said...

σπύρος σεραφείμ
Βλέπω είσαι γνώστης του γιάπικου (!) χώρου. Για να δούμε τι θα γίνει παρα κάτω.

Λεία Βιτάλη συγγραφέας said...

simon says
Το καλύτερο που έχεις να κάνεις. Χαίρομαι να περνάς καλά.

ioeu said...

τόσα...όσα...

Anonymous said...

Eg;v den jerv ap;o ayt;a alla brhkatoyw koykoylof;oroyw kai saw toyw st;elnv (ton ;ymno toyw)

Ο ΥΜΝΟΣ ΤΩΝ




ΚΟΥΚΟΥΛΟΦΟΡΩΝ


1 Με αητού ψυχή και θώρι
και μ΄απλή κι αγνή καρδιά
μόνον οι κουκουλοφόροι
βλέπουν γύρω καθαρά.

2 Κι ενώ οι άλλοι λέν τι «πρέπει»
και πια παύουν-και σιωπούν,
οι κουκουλοφόροι έπη
γράφουν,δίχως να μιλούν.

3 Όταν καίνε τις σημαίες
και του «Αγνώστου» τη σκοπιά
πλαστουργούν σκιερές αλέες
να βαδίσει η Ανθρωπιά.

4 Κι ας φωνάζουν οι αχρείοι
ελληνίδος όπου γης,
και καθείς ας επισείει
απειλές λογής λογής

5 για τους νέους,που «βεβηλώνουν»,
όπως όλοι λεν αυτοί
τα ιερά,όταν ξηλώνουν
ό,τι χρήζει να χαθεί.

6 Κι αν εκάη μία σημαία
χίλιες καιν οι βουλευτές
βίλλα φτιάχνοντας μια νέα
με λεφτά από τις κλεψ ιές.

7 Κι άλλες χίλιες ο καθένας
υπουργός,πολιτευτής,
κομματόσκυλο,ή ένας
κρατικός αρχιληστής,

8 όταν κλέβει απ΄του Δημόσιου
τον φτωχό τον κορβανά
ιερό δίχως και όσιο
κάτι να τον σταματά.

9 Κι όποιον κλέφτει,τονε στέλνουν,
όχι για τη φυλακή,
μα στο σπίτι τον πηγαίνουν
να τα φάει ήσυχα εκεί.

10 Όμως όταν χαλαστούνε
μια καρέκλα,ένα σκαμνί,
οι ληστές αυτοί βοούνε
για την αβαρία αυτή.

11 Κι όλοι ενώ είναι πνιγμένοι
στα κλεμμένα τους λεφτά
στο ρεφραίν καθείς τους μένει:
«ποιος θα τα πληρώσει αυτά;»



12 Ω! Μιαροί! Ο κουκουλοφόρος
δεν μιαίνει τα ιερά:
των ηρώων μαντατοφόρος
νέα σάς φέρνει τρομερά.

13 Ένα αγώνα φέρνει νέον
στην πανάθλιά σας γη
και σας λέει: «ξεχάστε πλέον
όσα κάνατε όλοι πριν».

14 Κι οι μολότωφ του θ’ ανάψουν
μια τρανή τώρα φωτιά
και συθέμελα θα κάψουν
όσα σάπια και παλιά.

15 Οι κουκουλοφόροι δίνουν
σάρκα στ΄ όνειρο κι οστά
κι όλα πίσω τους τ΄αφήνουν
και τραβούν γοργά μπροστά.

16 Απ΄τα βάθη των αιώνων
οι ήρωές μας τους θωρούν
και θερμά μ΄ευχές τους ραίνουν
και μ΄ευλόγια όση μπορούν.

17 Κι αν εζούσανε και τώρα,
θα διαδήλωναν μαζί,
με κεινούς όπου η χώρα
θέλουν λεύτερα να ζει.

18 Κι αν υπήρχανε,οι ιδιοι
πρώτοι θα ΄βαζαν φωτιά,
κι άλλη μια στις που ΄χουν ήδη
δόξας παίρνοντας πρωτιά.

19 Ω! Αν εζούσαν οι καλοί μου
θα ΄χανε ξεσηκωθεί
κι όλοι οι άθλιοι του Μαξίμου
θα ΄χανε έρριζα χαθεί.

20 Δε σκοτώθηκαν εκείνοι
για να οργιάζει η διαφθορά
για ν΄ ανθούν μαφιόζων κτήνη
και να καίει η αγορά΄

21 τα παιδιά μας για να βγαίνουν
κούτσουρα από τα σχολειά,
και πάντα άνεργα να μένουν
κι ας γυρεύουνε δουλειά΄

22 οι εργάτες μες στους δρόμους
αρρωσταίνοντας να σβυουν,
να τους λένε παρανόμους
αν πεινώντας απεργούν,

23 ο αλλοπρόσαλλος ο «θείος»
τρισεκατομμύρια να ΄χει
ο λαός ενώ αισίως
για ευρώ ένα δίνει μάχη,

24 kαι αβίωτος να ΄ν΄ο βίος
σε παιδάκια τρυφερά
και να δυστυχεί αισίως
κάθε μια νοικοκυρά.

25 Φλόγα που τα βρώμια καίει
και τα σάπια καταλεί!,
ο εμπρηστής,όχι δε φταίει,
μα η πατρίδα τον φιλεί..

26 Όλοι οι ήρωες του «Αγνώστου»
άμοιροι ήσαν και φτωχοί
που καθένα ο υπουργός του
έστελνε να σκοτωθεί,

27 για να μένει εκείνος σώος
κι απ΄τις σάρκες τους να ζει
σαν αυτός να ΄ναι αθώος
ή αυτοί να ΄ταν χαζοί.

28 Για να βγαίνουν βουλευτήδες
Άκηδες βλητοκουτοί
και να πνίγουν Παπουτσήδες
τις Σαμίνες με κουπί.

29 Οι ήρωες –όχι!-δε χαθήκαν
για να κλέβει ο βουλευτής
κι ο υπουργός να ΄χει για προίκα
θησαυρούς ολοζωής.

30 Και «αυτή ΄ναι η Ελλάδα»
Για να πει πρωθυπουργός,
που του πρέπει μες στη ΓΑΔΑ
και δοχείο ναν΄ νυκτός.

31 Ω! Γενναίοι κουκουλοφόροι!
Η φιλτάτη μας πατρίς
της Βουλής δεν είναι οι χώροι,
μα όπου είστε,είναι,εσείς!

32 Από εσάς, αν είναι να ΄λθει
θα ΄λθει πάλι η λευτεριά
που ο Πολιτικός εβάλθη
ν’ ανταλλάξει με σκλαβιά.

33 Εις εσάς χτυπάει κλεισμένη
της πατρίδος η καρδιά
κι από σας μόνο προσμένει
όπως τότε ελευθεριά.

34 Και ο Ευρωπαίος κυττάει
τον αγώνα τον ιερό
τους δυνάστες σας ρωτάει:
«θε΄τε ν΄αναλάβω εγώ;»

35 Απ΄τις μαύρες σας κουκούλες
πίσω εκρύφθη η λευθεριά
όπως μέσα σε σακκούλες
να μη σβυούνε τα κεριά.

36 Μα κεριού δεν είναι αχτίδα
ό,τι πίσω έχετε εκεί-
μόνο είναι θρυαλλίδα
βόμβας πλούτου φονική.

37 Κι ανυπόμονα το χέρι
που τηνε κρατεί κυττά
καθώς βιάζεται να φέρει
εις στους σκλάβους λευθεριά.

38 Κάψτε πύργους,κάψτε κάστρα,
κτίριο κάψτε αισχρής Βουλής-
στείλτε μήνυμα προς τ΄άστρα
ότι φέγγετε κι εσείς.

39 Ρίξτε πλούτια υψωμένα
ως της φτώχειας το λαιμό!
Ρίξτε ονόματα πρησμένα
από Χρήμα και Καιρό!

40 Σπάστε! Κάψετε! Ρημάξτε!
Κι ό,τι θένε,όποιοι,ας πουν:
Σας τρομάζουνε; Τρομάξτε!
Σας ζημιώνουν; Να χαθούν!

41 Και μη σκέψη γεννηθεί σας
πως χαλάτε ξένο βιος:
όλη η Πλάση είναι δική σας
μιας και βγήκατε στο φως.

42 Κάτω οι πατρίδες όπου
βλέπουν μόνο ένα παιδί
και κάθε άλλο, τόπου όποιου
το αφήνουν να χαθεί.

43 Θάνατος στα έθνη εκείνα
τέκνα ανάξια που γεννούν
και ποδοπατούν τα κρίνα
και τσουκνίδες καλλιεργούν.

44 Κάτω ως ρίχτει ’λάφι λιόντας
ρίξτε κάστρα ανίερα
για του έθνους πολεμώντας
τα σεπτά και τα ιερά.

45 Τέτιο κράτος ας πεθάνει
τέτιο κράτος ας χαθεί
όπου εννιά η κακία κάνει
και μια κάνει η αρετή.

46 Στους μιαρούς της χώρας πρέπει
χαλασμός και συφορά,
χαλασμός αφού τους τέρπει
και φιλούν τη συφορά.

47 Δεν αξίζει για να ζήσει
ένα κράτος σαν αυτό
που ρεμούλα και μπαξίσι
παίζουν μέσα του κρυφτό.

48 Με μολότωφ και σφεντόνα
θα ΄ρθει πάλι ξαστεριά-
με παιδιά που στον αγώνα
πολεμάνε σα θεριά.



49 Και πατρίδα φκιάστε νέα
που η χαρά του καθενού
να ’ναι τ΄άλλου η παρέα-
και οι δυο τους τ’ ουρανού.

50 Και μια φτιάχτε νια πατρίδα
να ΄ναι μάνα για ολουνούς,
καρπισμένη να ’ν’ η ελπίδα
κι άνθος της να είναι ο νους.

51 Και «εκπρόσωποι» να λείψουν
με την πέτρινη ματιά
που κυττούν κάθε να κρύψουν
των πατρώνων τους βρωμιά.

52 Από σας μονάχα η χώρα
θα ’δει πάλι προκοπή,
απ’ των βουλευτών της πρώτα
την κλεψιά αν αποκοπεί....



53 Άγνωστοι Άγνωστον εκάψαν.
Δε σας λέει αυτό,μιαροί,
φωτιά αυτοί πως δεν ανάψαν
μα μνημόσυνου κερί;

54 Υψηλό ό,τι συμβολίζει
του Αγνώστου το ιερό
των νεαρών δεν το βρωμίζει
η ορμή,όσον καιρό.

55 Οι «άγνωστοι» τις ευλογίες
παίρνουν των παλληκαριών
που τιμήσαν τις αξίες
των προγονικών γενιών.

56 Ω! Σεμνοί κουκουλοφόροι!
Α! Ωραίοι καταστροφείς!
Α! Οδηγοί σεις πρωτοπόροι
για τα φώτα της Αυγής!

57 Που εκάψατε θυμώνουν
κάτι κάδους σκουπιδιών
και ουρλιάζοντας ομώνουν
να σας κάνουν σκιες σκιων.

58 Μα οπλισμένμοι μ’ άγιο θάρρος
και με όπλα παιδικά
ο σοφός σεις είστε ο φάρος
που φωτίζει ιδανικά.

59 Κι αυτοί αξίζει να χαθούνε
Απ’ το πρόσωπο της γης-
μες στη μαύρης γης να μπούνε
πάλι φως μη δουν αυγής.

60 Όμως μέσα εις της ψυχής μου
το βαρύν ανασασμό
που ακλουθάει της ζωής μου
του αγώνα τον καυμό,

61 κλαίω τους χωροφυλάκους
που ανίδεος υπουργός
τους ωθεί μέσα σε λάκκους-
τάχα εκεί πως ειν΄ εχθρός.

62 Ειν΄αδέρφια μου και κείνα!
Τα φτωχά μου! Τα καλά!
Που η ανέχεια και η πείνα
μες στις φλέβες τους κυλά.

63 Και αυτό αξιοποιώντας
ο υπουργός τους προσπαθεί
«παρανόμους» δημιουργώντας
μ΄αυτούς σκάλα ν΄ανεβεί.

64 Και τους βάζει να χτυπούνε
αδερφό και αδερφή
ώστε εκείνοι να πονούνε
και να καλοζούν αυτοί.

65 Ναι! Εγώ! Πονώ για κείνους!
Γιατί κάποτε κι εγώ
θύμα ήμουν κάποιου κτήνους
που με κράταγε βουβό.

66 Κι ο υπουργός τους τους κρατάει
με τα μάτια ολοκλειστά
που δε θα ’χε γης να πάει
αν τα είχανε ανοιχτά.



67 Στων αγώνων τ΄ανηφόρι
που στην πρόοδο τραβά
οι έλληνες κουκουλοφόροι
βλέπουν πάντα καθαρά.

68 Ω! Απαίσιοι «πρεπολόγοι»!
Ω! Αχρείοι μαστροποί!
Σας αξίζουν τόσοι ψόγοι
όσοι αίνοι στην ντροπή!

69 Ω! Σεμνοί κουκουλοφόροι!
Ω! Ωραίοι καταστροφείς!
Οδηγοί είστε πρωτοπόροι
για τα φώτα της Αυγής!

70 Οδηγείστε! Οδηγείστε!
Και σας ακλουθάμε εμείς!
Ιχνηλάτες άξιοι είστε
της Χαμένης Μας Τιμής!

71 Το αίμα σας,πυρρό που στάζει,
και γι Αυτήν έχει χυθεί,
η Παιδεία το κυττάζει
απ’ το βάθρο Της σβυστή.

72 Χάμου απ΄της Βουλής ριγμένη
την κερδόσκοπη βουλή,
την πνοή σας περιμένει
να πετάξει σαν πουλί.

73 Σας φωνάζουνε βεβήλους
για σκοπιά που ΄χει καεί-
αλλ΄αυτοί ρίχνουν στους σκύλους
άγια κι όσια για φαϊ.

74 Κι οι «σκοπιές» που εκείνοι χτίζουν
βεβηλώνουν συνεχώς
με το πλούσιο που σκορπίζουν
μαύρο κι άδικο ένα φως.

75 Κι αυτοί σήμερα φωνάζουν
για βεβήλωση ιερών,
που ανεμόμυλοι φαντάζουν
να ΄ναι όλων των καιρών.

76 Κι ο πρωθυπουργός λυσσάει
απ την Εσπερία μακριά
και παλιά λόγια μασάει
και τη μέρα λέει νυχτιά.

77 Και η ίδια η Ευρώπη
δίνοντας λεφτά με ουρά:
«Φέουδό μου όλοι οι τόποι»
υλακτιάει με χαρά.

78 (Α! Ευρώπη! Λίγα θα ΄ναι
και για σένα τα ψωμιά-
οι ασιάτες ξεκινάνε
να σε θάψουν με κορμιά.)

79 Τρεις «μεγάλες» οικογένειες
που το χρήμα δεν ψηφούν
στου λαού πατούν τις έγνιες
πιο «ψηλά» για ν΄ανεβούν.

80 Και με οικογενειοκρατία,
και με μπράβων της τον κλοιο
της Βουλής η Αλητεία
το λαό τρομάζει πλιο.

81 Κι ως σε κάτοπτρο αντικρύζει
τη θωριά της την αισχρή,
’σάς αληταριό βαφτίζει
και φασίστες θεωρεί.

82 Και με τον κουκουλοφόρο
τα ’χουν βάλει οι νουδικοί
που του κλέβουν μες στον ντόρο
και τα τρώνε παρεκεί.

83 Αλλ΄αυτός με μια σφεντόνα
τα όσα κτήνη αψηφά
και μ’ αλύγιστο το γόνα
ν΄ανθρωπίσουν τους ζητά.

84 Και βοηθό έχει παρέκει
του λαού το αγνό λεφούσι
που αν κι ακόμα άπραγο στέκει
μα το τρέμουνε οι πλούσοι..

85 Οι χαφιέδες ενάντιά του
κοάζουνε των καναλιών,
αναμέσον με δεινά του,
φορτωμένων κουταλών.

86 Και βοούν κοντυλοφόροι
με χρυσάφι πληρωτοί
τάχα οι κουκουλοφόροι
για τη χώρα ειναι ντροπή.

87 Και συφέρο αυτοί που έχουν
να ΄χει ο λαός ζυγό,
στα «παράθυρα» όλο τρέχουν
κι άλλα λεν απ΄ό,τι εγώ.

88 Και ιμάτια ξεσκιούνε
για κουκούλες σαν ακούν,
ενώ ευρώ χίλια τσιμπούνε
κάθε λέξη που θα πουν.

89 Και αλήτη τον βαφτίζουν
και τον λεν φασισταριό
το νεαρόν όπου λογχίζει
της δουλείας το θεριό.

90 Και καλά γραββατωμένοι
και τα μάλα κορδωτοί
σκνίπα γίνονται-οι καϋμένοι!-
με ανοησίας πιοτί.

91 Μα τους προσπερνάς σύ όλους
και τα τέτια τ΄αγνοείς-
συ μακριά είσαι από δόλους
και διαθέσεις χαμερπείς,

92 Τους σκυμμένους ξεντροπιάζεις,
τους δοτούς ταρακουνάς
τους φασίστες ξεμπροστιάζεις
και τους δείχνεις και σε μας.

93 Κι αιστανόμαστε ευφροσύνη
σα σε βλέπουμε μπροστά
και ας ειν’ στάχτη να γίνει
ό,τι ο φαύλος σου χρωστά.

94 Για όσους ζουν αναγκεμένοι
στων μεγάλων την κλεψιά,
και στης ζήσης είναι ξένοι
τη γλυκάδα την αψιά,

95 για όσους είν΄ πληγές γεμάτοι
στην καρδιά και στην ψυχή
και γι αυτούς να τους δει μάτι
δεν υπάρχει,ούτε ευχή,

96 για κεινούς που ούτε να δούνε
μέρα ελπίζουνε καλή
και συμπόνιας δεν τρυγούνε
ψεύτικο έστω ένα φιλί,

97 για όσους αίμα τους κι ιδρώτας
των πλουσίων είναι σοδειά
και παρά δε ζουν μετρώντας
μα όλο αναπαραδιά,

98 για κεινούς που να δουλέψουν
θέλουν,κι άνεργοι όλο ζουν,
και που μόνο αν θα κλέψουν
την ημέρα τους περνούν,

99 είναι οι κουκουλοφόροι
φίλοι πρώτοι κι αδερφοί
και σαν του ματιού έχουν κόρη
την αγνή τους τη μορφή.

100 Γι αυτούς οι κουκουλοφόροι
δίκοπο είναι κοφτερό
κι είναι σάρισα και δόρυ
και πιοτό φαρμακερό,

101 όπου σφάζει και τρυπάει
και δλητήριο κερνά
και ο πλούσιος μαρτυράει
κι αίμα ό,τι έφαγε ξερνά.

102 Κι από κείνους καρτεράνε
οι φτωχοί το γδικιωμό
και των τόσων προσδοκάνε
των βασάνων τους σωσμό.



103 Ω! Γενναίοι κουκουλοφόροι!
Η φιλτάτη μας πατρίς
της Βουλής δεν είναι οι χώροι
μα όπου είστε είναι εσείς.

104 Και μη σκέψη γεννηθεί σας
πως χαλάτε ξένο βιος:
όλη η Πλάση είναι δική σας
μιας και βγήκατε στο φως.

-----