Το γραψιμο ειναι η καλυτερη μορφη επικοινωνιας μετα τον ερωτα

σκεψεις, συνεντευξεις και κειμενα

Tuesday, December 03, 2013

Συνέντευξη στην "Ελευθεροτυπία"

Οποιαδήποτε ομοιότητα με τον... Ακη Πάνου είναι συμπτωματική

Η Λεία Βιτάλη υποστηρίζει πως δεν φωτίζει τον κορυφαίο τραγουδοποιό στο «Ζεϊμπέκικό» της
Μία από τις πιο γερές πένες της εγχώριας δραματουργίας, η Λεία Βιτάλη, βρέθηκε στο στόχαστο των κληρονόμων του Ακη Πάνου. Το «Ζεϊμπέκικό» της, που παρουσιάζεται με τον Γιώργο Νινιό στο Στούντιο Μαυρομιχάλη, θεωρήθηκε από τους συγγενείς του μεγάλου τραγουδοποιού η σκηνική βιογραφία του.
Ο Γιώργος Νινιός (πλαισιώνεται από τις Στέλλα Κρούσκα και Μαρία Κατσούλη) ενσαρκώνει έναν ήρωα που «στέκεται απέναντι στην εξουσία και δεν του συγχωρείται»Ο Γιώργος Νινιός (πλαισιώνεται από τις Στέλλα Κρούσκα και Μαρία Κατσούλη) ενσαρκώνει έναν ήρωα που «στέκεται απέναντι στην εξουσία και δεν του συγχωρείται»Τους συνειρμούς, πέρα από την ίδια την πλοκή και την ταυτότητα του ήρωα, ενίσχυσε μια παλαιότερη θεατρική βιογραφία που έχει συνθέσει η Βιτάλη. Το «Rock Story», που είχε πρωταγωνιστή τον Παύλο Σιδηρόπουλο.
- Το «Ζεϊμπέκικο» αφορά όντως τον Ακη Πάνου;
«Υπήρξε κάποιο δημοσίευμα που έκανε το συσχετισμό. Αλλά ήταν μια προσωπική εκτίμηση του δημοσιογράφου. Δεν μπορείς να σταματήσεις το μυαλό να κάνει συνειρμούς. Ωστόσο, το δικό μου "Ζεϊμπέκικο" δεν απεικονίζει κανένα συγκεκριμένο πρόσωπο και φυσικά ούτε είναι μια πραγματική ή φανταστική βιογραφία του Ακη Πάνου, ούτε του Τσιτσάνη, ούτε του Καλδάρα, ή του Ζαμπέτα ή άλλων συνθετών των οποίων τραγούδια ακούγονται σε όλη τη διάρκεια του έργου. Ολους αυτούς τους συνθέτες τούς εκτιμώ και μεταξύ αυτών φυσικά και τον Ακη Πάνου, που τον θεωρώ κορυφαίο τραγουδοποιό».
- Είναι γεγονός ότι σας κάνανε ασφαλιστικά μέτρα οι κληρονόμοι του, απαγορεύοντάς σας οποιαδήποτε -ακόμα και έμμεση- αναφορά στον Πάνου αλλά και κάθε χρήση τραγουδιών του;
«Θα ήθελα να μπορούσα να συμπεριλάβω και δικά του τραγούδια, αλλά με σταμάτησαν. Δεν θέλω να κρίνω την πράξη, απλώς πιστεύω ότι η μουσική που λατρεύτηκε από τον κόσμο αξίζει να ακούγεται. Ο κόσμος διψάει για καλό λαϊκό τραγούδι σήμερα "να μερέψει το αχ που 'χει μέσα του", όπως λέει κάποια στιγμή ο πρωταγωνιστής του έργου μου, ο Λευτέρης».

- Για ποιον το γράψατε, εντέλει, το έργο σας;
«Το έργο το έγραψα για τον κόσμο, φτιάχνοντας ένα φανταστικό πρόσωπο με υλικά από την πραγματική ζωή για να μιλήσω για την Ελλάδα εκείνη που προετοίμασε τη σημερινή Ελλάδα της κρίσης, για την απόρριψη των γνήσιων ανθρώπων. Για τη λαίλαπα της εισηγμένης "τιποτοσύνης" του λάιφ στάιλ. Δεν θέλω να προκαλέσω. Θέλω να ταρακουνήσω».
- Ο κεντρικός ήρωας λειτουργεί ως σύμβολο;
«Ο Λευτέρης είναι ένας αληθινός άνθρωπος με πάθη, με οράματα, με δυνατότητες, με ταλέντα, αλλά βρίσκεται σε λάθος μεριά. Στέκεται απέναντι από τους ανθρώπους της εξουσίας κι αυτό δεν του συγχωρείται. Στην πορεία της ζωής του, ως ασυμβίβαστο άτομο που συνεχώς απορρίπτεται, σκοντάφτει, κάνει λάθη γιατί δεν έχει την αναγνώριση που του αξίζει. Και δεν την έχει γιατί είναι λαϊκός. Ανήκει σε εκείνο το είδος που προσπαθούν να εξαλείψουν και να μεταλλάξουν διά της βίας, δημιουργώντας έναν νέο υβριδικό άνθρωπο που από τη λαϊκότητα -χωρίς κανένα ουσιαστικό εφόδιο ή βοήθεια- θα περάσει στις τάξεις της νέας πραγματικότητας. Αυτό συμβολίζει ο Λευτέρης. Την αντίσταση στη βίαιη μετάλλαξη των ανθρώπων αυτής της χώρας. Μέσα στον Λευτέρη, στη Στέλλα, στη Μυρσίνη υπάρχουν ψήγματα ανθρώπων που γνώρισα, που διάβασα γι' αυτούς, που αγάπησα και πόνεσα. Κι αν θέλετε -γιατί να το κρύψω;- κάπου εκεί μέσα υπάρχω κι εγώ. Το θέατρο χρειάζεται την αλήθεια για να υπάρξει και να συγκινήσει. Το ψεύτικο διακρίνεται αμέσως και απωθεί».
- Σημειώνετε ότι το θεατρικό «καθρεφτίζει την αλήθεια της ελληνικής ψυχής και θέτει καίρια ερωτήματα για τις αξίες της νέας πραγματικότητας». Εχει ειδικά χαρακτηριστικά η ελληνική ψυχή;
«Εμείς εδώ κάτω, στο Νότο, είμαστε αλλιώς. Ο ήλιος, η θάλασσα, το κλίμα, το παρελθόν και ένα σωρό άλλα στοιχεία μάς διαφοροποιούν από τους βόρειους αλλά και τους άλλους νότιους λαούς. Ομως κοντεύουμε να ξεχάσουμε την ιδιαιτερότητά μας ως λαός, γιατί αυτή την ιδιαιτερότητα κάποιοι προσπαθούν να την πλασάρουν ως ελάττωμα. Σαν να λέμε είναι ελάττωμα που είσαι έγχρωμος ή ομοφυλόφιλος. Γίναμε ρατσιστές εναντίον του εαυτού μας. Αλλά γιατί μου δίνει μεγαλύτερη αξία σαν άνθρωπο να έχω τσερόκι από το να έχω μπέσα; Και γιατί πρέπει ο άνθρωπος να υπηρετεί το σύστημα και όχι το αντίστροφο; Δεν ξέρω αν όλα αυτά βγαίνουν στην παράσταση, αλλά αυτή ήταν η πρόθεσή μου».
- Το έργο ανήκει σε μια κατηγορία, ως είδος;
«Στα έργα μου πάντα υπάρχει ένα στοιχείο θρίλερ και μ' αρέσει να παίζω μ' αυτό. Το έργο είναι μια κοινωνική τραγωδία με στοιχεία θρίλερ και χιούμορ και με πολιτικές προεκτάσεις. Πάνω απ' όλα, όμως, είναι μια πληγωμένη ερωτική ιστορία ανάμεσα σε τρία πρόσωπα».
- Είναι εύκολο να γράφετε θέατρο όταν τα πάντα γύρω σας -ενδεχομένως, και εντός σας- κλονίζονται και καταρρέουν;
«Το δύσκολο σ' αυτή την τρέλα και το σφυροκόπημα των φλεγόμενων γεγονότων είναι να κατορθώσεις να σταθείς σ' ένα σημείο και να αρχίσεις να βλέπεις καθαρά τι συμβαίνει. Μπορεί να χάσεις την εξέλιξη -που είναι, δυστυχώς, προβλέψιμη- αλλά κερδίζεις την ουσία. Και το θέατρο αυτό έχει ανάγκη: Την ουσία».
- Το θέατρο πρέπει να μπολιάζεται κι από τη συγκυρία; Είναι φορές που πρέπει να συνομιλεί με το επικαιρικό;
«Η τέχνη αδικείται όταν γίνεται επικαιρική. Μεγαλουργεί, όμως, όταν κατορθώνει να είναι επίκαιρη. Το θέατρο, με τη δυναμική που έχει, απαιτεί την επικαιρότητα. Αν κατορθώσει ο δημιουργός να τη "χωνέψει" και να την αποδώσει, τόσο το καλύτερο. Θεωρώ ότι οι μεγάλοι δραματουργοί -κλασικοί και σύγχρονοι- κάνουν πολιτικό θέατρο. Δεν μπορείς να κάνεις την πάπια, όταν γύρω σου το σύμπαν καίγεται. Τότε συμβάλλεις σ' αυτό το κάψιμο».
- Αυτή τη χώρα τι μπορεί να τη σώσει; Υπάρχει ελπίδα;
«Ειλικρινά, δεν ξέρω. Είναι κάτι που με ξεπερνά. Δεν είμαστε αυτεξούσιοι. Ομως όταν βλέπω το 17χρονο γιο μου να μην έχει κανένα όραμα και καμία αισιοδοξία για το μέλλον, πιστεύω πως το χειρότερο που έγινε είναι αυτό. Καταργήσαμε τη ρήση: "τα παιδιά είναι το μέλλον". Το έργο που παίζεται στη χώρα μας είναι μια τραγική φαρσοκωμωδία για τους κυβερνοφίλ, με τα ΜΑΤ να ματαιώνουν τη Δημοκρατία».
i info
«Ζεϊμπέκικο», Στούντιο Μαυρομιχάλη.
Σκηνοθεσία: Φώτης Μακρής. Σκηνικά - κοστούμια: Διονύσης Μανουσάκης. Μουσική επιμέλεια: Γιώργος Νινιός. Βίντεο: Γρηγόρης Χατζάκης. Παίζουν: Γιώργος Νινιός, Στέλλα Κρούσκα, Μαρία Κατσούλη.

http://www.enet.gr/?i=news.el.texnes--politismos&id=399951

Friday, February 01, 2013


Συνέντευξη της Λείας Βιτάλη 
στη Λίνα Σόρογκα

(Εφημερίδα ΚΗΦΙΣΙΑ, 14/12/2012)

(Με την ευκαιρία της παρουσίασης του βιβλίου της «ΙΕΡΗ ΠΑΓΙΔΑ»
Στο Πνευματικό Κέντρο της Ν. Ερυθραίας)

Λεία Βιτάλη καλησπέρα. Είστε μια καταξιωμένη αλλά και πολυγραφότατη συγγραφέας ∙ έχετε γράψει μυθιστορήματα, διηγήματα, θεατρικά έργα, τηλεοπτικά σενάρια, σενάρια για ταινίες, έχετε τιμηθεί με βραβεία εδώ και στο εξωτερικό, και σαν να μην αρκετά όλα αυτά, ήσασταν και κειμενογράφος στο χώρο της διαφήμισης όπου και εκεί βραβευτήκατε. Υπάρχει συνταγή επιτυχίας ;

- Στη Δημιουργική Γραφή που διδάσκω σε διάφορες ομάδες όταν με ρωτούν για τη συνταγή της επιτυχίας λέω ότι ναι, πράγματι υπάρχει. Είναι μια απλή αλλά καθοριστική συνταγή: Η αλήθεια. Όταν κάθεσαι να γράψεις και δεν σκέφτεσαι τι θέλει να διαβάσει ο αναγνώστης σου αλλά τι πραγματικά εσύ θέλεις να του επικοινωνήσεις, τότε η επιτυχία είναι κοντά. Αν δεν σε φτάσει σημαίνει ένα από τα δύο: ή ότι δεν άφησες πραγματικά τον εαυτό σου να εκφράσει την αλήθεια του ή ότι δεν χρησιμοποίησες τον σωστό τρόπο για να την πεις. Σ’ αυτό το ψεύτικο σύμπαν που επινοεί ο συγγραφέας λέγονται οι μεγαλύτερες αλήθειες. Νομίζω ότι ο μεγαλύτερος ανασταλτικός παράγοντας –ο εχθρός, θα έλεγα- της γραφής είναι η αυτολογοκρισία.

Η κοινότητα της Νέας Ερυθραίας, «έχει μικρασιατική καταγωγή». Έχει ιδρυθεί από Έλληνες πρόσφυγες που ήλθαν το 1923 από την περιοχή της Ερυθραίας Χερσονήσου στην Μικρά Ασία. Οι μνήμες είναι ακόμα νωπές. Εξακολουθούμε να είμαστε ευαίσθητοι στα μηνύματα της λησμονιάς και του ξεριζωμού. Και εσάς κυρία Βιτάλη, οι ρίζες σας είναι από την Κωνσταντινούπολη. Θέλετε να μας μιλήσετε σχετικά ;

- Σαν συγγραφέας ήθελα να βρω τις ρίζες μου και να γράψω γι’ αυτές. Έτσι ξεκίνησα ένα ταξίδι προς τα πίσω μαζί με τον πατέρα μου. Αλλά πηγαίνοντας ανακάλυπτα συνεχώς νέες αιτίες για τον ξεριζωμό μας. Μέχρι που έφτασα στην Άλωση της Κωνσταντινούπολης. Που τη θεωρώ προπομπό της Μικρασιατικής καταστροφής του 1922. Εκεί σταμάτησα. Ανακάλυψα την αιτία του ξεριζωμού μας. Και ανακάλυψα και κάτι ακόμη πιο σημαντικό για όλους εμάς που ήρθαμε ή καταγόμαστε από εκεί: Ότι ο ξεριζωμός κληροδοτείται. Κι αυτό μας ακολουθεί για όλη μας τη ζωή. Δεν έχουμε στέρεες ρίζες πουθενά. Τότε κατάλαβα ότι ήθελα να μιλήσω για όλα αυτά και έψαξα με μεγάλη προσοχή για στοιχεία. Ξαφνικά βρέθηκα μπροστά σε ένα όμορφο πριγκιπόπουλο –το γιο του τελευταίου πρωθυπουργού του Βυζαντίου- που η Άλωση πέρασε από την ψυχή και το κορμί του, και που οι ιστορικοί της εποχής διαφωνούν αν τον σκότωσε ο Μωάμεθ ο κατακτητής ή τον πήρε στο χαρέμι του. Διάλεξα τη δεύτερη εκδοχή, όχι γιατί μου άρεσε καλύτερα αλλά γιατί πιο πρόσφατες πηγές τον ανακάλυψαν πολύ μετά την Άλωση να εμπορεύεται μαχαίρια στη Βενετία. Ακολούθησα τα ίχνη του και βρέθηκα μαζί του να τα ξαναζώ όλα απ’ την αρχή.

Πιστεύετε ότι  ο ξεριζωμός κληροδοτείται ;

- Αυτό ανακάλυψα στην πορεία των ερευνών για το μυθιστόρημα μου «Ιερή Παγίδα» αλλά και προσωπικά στη ζωή μου. Όταν ο πατέρας μου ξεριζώθηκε από την Πόλη δεν μπόρεσε να ριζώσει σαν όλους τους Ελλαδίτες εδώ στην Παλιά Ελλάδα. Υπήρξε μεγάλη έχθρα και πόλεμος προς όλους όσους ήρθαν, όπως είναι γνωστό. Με πολύ κόπο κατόρθωσαν να ενταχθούν και ακόμη, και όσοι εντάχθηκαν, δεν έβγαλαν ρίζες. Ένα πολύ απλό παράδειγμα είναι ότι εμείς δεν έχουμε χωριό να γυρίσουμε πίσω. Το πίσω για μας είναι εκεί. Αλλά εκεί δεν μπορούμε να πάμε. Μόνο σαν τουρίστες. Ο πατέρας μου δεν ξαναπήγε. Η συγκίνηση ήταν τόσο μεγάλη που δεν την άντεχε.

Όταν ο αναγνώστης διαβάζει την  «Ιερή παγίδα», ένα ιστορικού ενδιαφέροντος μυθιστόρημα , ως επί το πλείστον, το οποίο και θα παρουσιαστεί από  το Πνευματικό κέντρο Έρευνας και Μελέτης του Μικρασιατικού Πολιτισμού της Ερυθραίας Χερσονήσου» την Δευτέρα 17 Δεκεμβρίου στις 7.00, τι συμβουλή θα του δίνατε εξ αρχής . Να το δει σαν ιστορικό,  μυθοπλασία, ή σαν μυθιστορία  και γιατί ;

- Προσέξτε. Στο εξώφυλλο δεν γράφω ότι είναι ένα ιστορικό μυθιστόρημα. Κι αυτό διότι δεν είναι ιστορικό με τον παραδοσιακό όρο. Οι πηγές μου δεν είναι τα σχολικά εγχειρίδια αλλά νέες ανακαλύψεις που δεν έχουν περάσει σ’ αυτά και ίσως δεν θα περάσουν ποτέ. Φυσικά, παράλληλα με τα ιστορικά γεγονότα –που είναι όλα αληθινά- υπάρχει και η μυθοπλασία. Εκεί είναι που πιστεύω ότι ο συγγραφέας έχει τη δυνατότητα να περάσει εξηγήσεις ή θέματα που καλύπτουν τα κενά της επίσημης ιστορίας και να φτιάξει έναν κόσμο αληθινότερο  του αληθινού. Γιατί η επιστήμη δεν μπορεί να μιλήσει χωρίς στοιχεία, η φαντασία όμως μπορεί να συμπληρώσει τα κενά. Και σ’ αυτό το σημείο θα ήθελα να προσθέσω ότι από τη φαντασία ξεκινά και η ίδια η πραγματικότητα. Η πιστοποίηση έπεται με την έρευνα.

Να μιλήσουμε τώρα για τους ήρωες σας στο βιβλίο που είναι οι Νοταράδες, και συγκεκριμένα για την  μικρότερη κόρη Ιουστίνη που είναι και η αφηγήτρια στο βιβλίο και έχει φυγαδευτεί στην Βενετία με τα πλούτη της μαζί με τις αδελφές της και τον γοητευτικό Βυζαντινό πρίγκιπα , που έγινε «η αιτία του κακού» για όλα αυτά που συνέβησαν. Πόσο  πραγματικά είναι τα πρόσωπα, και οι ανθρώπινοι χαρακτήρες που ενσαρκώνουν; Γιατί επιλέξατε αυτή την εκδοχή της ιστορίας;

- Τα περισσότερα πρόσωπα του μυθιστορήματος είναι αληθινά. Ο Κωνσταντίνος ο Παλαιολόγος, η οικογένεια Νοταρά, στην οποία αναφερθήκατε, ο Ιουστινιάνης, ο Μωάμεθ ο κατακτητής, και άλλα. Αληθινά είναι και το πρόσωπο του πρωταγωνιστή που είναι ο Ιάκωβος, ο μικρότερος γιος του Νοταρά. Αυτός ο 14χρονος πρίγκιπας βίωσε την άλωση στο κορμί του γιατί λόγω της ομορφιάς του, -λέει η ιστορία- είχε την κακή τύχη να γίνει επιθυμητός στον Μωάμεθ τον κατακτητή. Ως γνωστόν οι Τούρκοι μάζευαν τα καλύτερα ελληνόπουλα τότε για το τάγμα των Γενιτσάρων. Αυτή ήταν η ατυχία του Ιάκωβου που πέρασε τα πάνδεινα στο χαρέμι του Σουλτάνου αλλά και η τύχη διότι αυτό τον βοήθησε να ζήσει. Η Ιουστίνη είναι ένα φανταστικό πρόσωπο, η μικρότερη αδελφή του, που με ένα μαγικό τρόπο –μυθιστορηματική αδεία- μπαίνει στο μυαλό του και παρακολουθεί τη ζωή του, ακόμη και την πιο μυστική, και μας την αφηγείται. Αυτό είναι ένα εύρημα του βιβλίου που φωτίζει πιο καλά την περιπέτεια της ζωής του μικρού πρίγκιπα, που είναι η ίδια η περιπέτεια της Άλωσης.

Ποιοι είναι οι αφορισμοί, οι εξορκισμοί, τα τσιτάτα στα βιβλία σας; Έχουν μεταβληθεί με τον καιρό ;

- Θα σας πω το «πιστεύω» μου. Όπως και ο Μπρεχτ αλλά και η δικιά μας η Διδώ Σωτηρίου πιστεύω ότι όποιος δεν γνωρίζει την ιστορία του είναι καταδικασμένος να την ξαναζήσει από την αρχή. Και αυτό μπορεί να είναι καταστρεπτικό. Η γνώση της ιστορίας, η βαθιά γνώση των γεγονότων αλλά και των αιτίων τους, αν λειτουργήσει σαν εμπειρία, δίνει τη δυνατότητα να μην ξαναπέφτει κανείς στα ίδια σφάλματα. Αλλά αυτό προϋποθέτει, όπως είπα, βαθιά γνώση και κριτική στάση απέναντι στα γεγονότα.

Πως καταλαβαίνετε ότι ένα θέμα σας κεντρίζει το ενδιαφέρον  μέχρι την δέσμευση για συγγραφή ; 

- Δεν μπορώ να σας πω με ακρίβεια. Υπάρχουν πολλά θέματα που με κεντρίζουν και μοιάζουν εκ πρώτης όψεως άσχετα μεταξύ τους. Εμβαθύνοντας όμως, τώρα που με ρωτάτε, ανακαλύπτω ότι έχουν κάτι κοινό. Με ενδιαφέρουν τα θέματα που μου δίνουν τη δυνατότητα να υπερασπισθώ το δίκαιο των αδυνάτων. Αν μπορεί κανείς με όπλο μια πένα ή ένα πληκτρολόγιο να υπερασπιστεί ένα τόσο μεγάλο θέμα.

Στην «Ιερή Παγίδα» ποιο είναι το πραγματικό «κρυμμένο» μήνυμα της Βιτάλη ;

- Θα σας πω κάτι που πραγματικά πιστεύω. Δεν έχει σημασία τι θέλει να πει ο συγγραφέας αλλά τι ανακαλύπτει ο αναγνώστης μέσα στο βιβλίο. Γιατί το έργο ουσιαστικά ολοκληρώνεται στο μυαλό του αναγνώστη κι εκεί γράφεται το τελευταίο κεφάλαιο ή, αν θέλετε, η τελευταία πράξη του. Εκεί αναδεικνύεται το μήνυμά του έργου. Όσο ο αναγνώστης εμβαθύνει στο έργο, τόσο πιο ουσιαστικό μήνυμα θα ανακαλύψει. Ο συγγραφέας πρέπει να του δώσει τα κλειδιά. Αν δεν βρει κανένα μήνυμα ο αναγνώστης, τότε δεν φταίει αυτός αλλά ο συγγραφέας που δεν έδωσε τα κλειδιά.

Μια παρατήρηση διαβάζοντας το βιβλίο σας. Όπως εξελίσσεται η αφήγηση, υπάρχει πολύ συχνά η πλάγια ερώτηση προς τον αναγνώστη αν συμφωνεί με αυτά που διαβάζει. Είναι ένας τρόπος να «πάρει θέση στην πλοκή», μια  ομολογουμένως έξυπνη τεχνική αφήγησης.

- Είναι ένα εύρημα –αν θέλετε- του συγγραφέα. Ναι, ήθελα να κάνω τον αναγνώστη κοινωνό από την πρώτη στιγμή του έργου μου. Δεν είναι φυσικά μέσα στους κανόνες της γραφής αυτό. Μπορεί και να ξενίσει. Αλλά το ρισκάρισα. Πολλοί ξαφνιάστηκαν, δεν το περίμεναν κάτι τέτοιο. Αλλά τελικά νομίζω λειτούργησε. Η μικρή αφηγήτρια με την αφέλειά της και τις απορίες της μπροστά σε όλα αυτά τα πρωτόγνωρα που συμβαίνουν στην χώρα της και στον αδελφό της παίρνει απ’ το χέρι τον αναγνώστη και τον οδηγεί να πάρει μέρος και θέση. 

Κυρία Βιτάλη, στη συνέχεια θα ήθελα να αναφερθώ εκτενέστερα και στο θεατρικό σας προφίλ. Όπως γράφει ο Γεωργουσόπουλος , «Η Βιτάλη διακρίνεται για μια οξύτατη κριτική ματιά, για μια σχεδόν απελπισμένη για τα ανθρώπινα στάση και για μια βαθιά ειρωνική σχεδόν χλευαστική θέση.  Ο ιδιάζον τρόπος της γραφής της είναι πλησιέστερος στη σάτιρα και ο τρόπος που αντιμετωπί­ζει τα κοινωνικά, τα ηθικά προβλήματα του καιρού μας είναι ο ψύχραιμος χειρουργικός ….. (άρα) το θέατρο της Βιτάλη είναι ενταγμένο,…στην υποδόρια κοινωνική σάτιρα και τον ρεαλιστικό κριτικό στοχασμό»  Αν συμφωνείτε, με τα λεγόμενα του Γεωργουσόπουλου, θα λέγατε ότι αυτός ο τρόπος γραφής αντανακλάται και στα μυθιστορήματά σας ;

- Ο Γεωργουσόπουλος μου έκανε την τιμή να γράψει για το έργο μου στον πρόλογο των βιβλίων με τα θεατρικά μου αλλά και να γράψει επίσης μια συγκινητική κριτική για θεατρικό έργο μου που ανέβηκε σε θέατρο. Δεν μπορώ να κρίνω την κριτική του κριτικού αλλά να χαρώ με τα όσα γράφει. Και για να απαντήσω στην ερώτησή σας ναι, νομίζω ότι όλα αυτά ισχύουν και για τα μυθιστορήματά μου. Είμαι ο ίδιος άνθρωπος, δεν μπορώ να γράψω διαφορετικά. Το μέσον διαφέρει –αν είναι μυθιστόρημα ή θεατρικό έργο- ο τρόπος και η άποψη παραμένουν. Και νομίζω αυτό είναι το καλό που μπορεί να κατακτήσει με τα χρόνια ένας συγγραφέας. Να είναι αναγνωρίσιμος από τον τρόπο γραφής του.

Αν ναι, πώς μεταφράζεται αυτό στην «Ιερή Παγίδα»  και τους ηρωές της ;

- Μια κριτική για το εν λόγω βιβλίο από τον Δημοσθένη Κούρτοβικ στα «Νέα», πέραν όλων των άλλων, γράφει και για «έναν αδιόρατο ειρωνικό σκεπτικισμό» που ανακάλυψε μέσα στην «Ιερή Παγίδα». Αυτό σίγουρα ταιριάζει με την γενικότερη ερμηνεία που δίνει και ο Γεωργουσόπουλος για τα θεατρικά έργα μου. Η «Ιερή Παγίδα» δεν ξεφεύγει λοιπόν από τη σατυρική διάθεση του συγγραφέα της. Και ο σχεδιασμός των χαρακτήρων ενέχουν μέσα τους μια ειρωνική ματιά –αν μου επιτρέπεται- προς τα κακώς κείμενα της ιστορίας. Αυτός ο τρόπος, ξέρετε, είναι μια πλάγια οδός για να πεις την άποψή σου γράφοντας ένα βιβλίο.   

Υπάρχει σοβαρό κοινωνικό και πολιτικό θέατρο στην Ελλάδα ;

- Το ότι υπάρχει κοινωνικό και πολιτικό θέατρο στην Ελλάδα είναι σίγουρο. Ο χαρακτηρισμός «σοβαρό» με προβληματίζει. Και δεν μπορώ να πάρω θέση γιατί πιστεύω ότι ανάμεσα σ’ αυτό που χαρακτηρίζετε ως  κοινωνικό και πολιτικό θέατρο, εντάσσεται και το δικό μου θέατρο. Και θα ήθελα να πιστεύω ότι κάνω σοβαρή δουλειά. Αλλά αυτό δεν μπορώ να το κρίνω εγώ, είναι δουλειά των θεατών.

Όταν έχετε μια ιδέα, μια έμπνευση , έχετε προσδιορίσει πριν την μορφή της γραφής ; αν θα είναι μυθιστόρημα, διήγημα, θεατρικό ή κάτι άλλο ;
Ετοιμάζετε κάτι καινούργιο ;

- Κατά έναν παράξενο τρόπο η ιδέα έρχεται συγχρόνως και με τη μορφή. Και για έναν ακόμη πιο παράξενο λόγο γράφω εναλλάξ θέατρο η μυθιστόρημα. Μόλις τελείωσα το νέο θεατρικό μου έργο που αναπλάθει μια λαϊκή προσωπικότητα και έχω ήδη αρχίσει το καινούριο μου μυθιστόρημα, που κι αυτό έχει να κάνει με την ιστορία. Άργησα να το αρχίσω γιατί μου πήρε πολύ χρόνο η έρευνα των ιστορικών πηγών και η μελέτη των γεγονότων για να ανακαλύψω τις διαφορές μου από την επίσημη ιστορία. Πιστεύω, ξέρετε, ότι ένα μυθιστόρημα που αναφέρεται σε ιστορικές προσωπικότητες ή γεγονότα που σφράγισαν την ιστορία δεν έχει λόγο ύπαρξης αν δεν έχει να πει κάτι διαφορετικό. Αλλιώς ας διαβάζουμε ιστορικές μελέτες. Το μυθιστόρημα, με την μεγαλύτερη ελευθερία που μπορεί να έχει, μας οδηγεί, κατά τη γνώμη μου, μέσω της φαντασίας σε πολύ πιο μακρινά μονοπάτια.

Γνωρίζω ότι διδάσκετε δημιουργική γραφή στην Ραφήνα. Σε τι διαφέρει ο πραγματικός συγγραφέας από τον ερασιτέχνη ; Το γράψιμο είναι μια εκτόνωση, μια λύτρωση , πότε όμως είναι και  ταλέντο ;  Αν οι μαθητές σας το ζητάνε  τους λέτε την αλήθεια ;

- Είμαι από τους ανθρώπους που δεν αντέχουν να μη λένε την αλήθεια. Αυτό είναι και καλό και κακό, ανάλογα πώς βλέπει ο καθένας τις σχέσεις του. Ωστόσο πιστεύω ακόμη ότι όλοι οι άνθρωποι μέσα τους έχουν τη δυνατότητα της καλλιτεχνικής δημιουργίας. Αρκεί να έχουμε την τόλμη –προσέξτε τι λέω –την τόλμη- να εμπιστευτούμε την φαντασία μας και να την αφήσουμε να δουλέψει. Αυτή ξέρει να κάνει τη δουλειά της. Το ταλέντο για μένα είναι κάτι συζητήσιμο αλλά όχι σ’ αυτήν εδώ την κουβέντα μας. Με την πείρα των χρόνων –και αν θέλετε τη βοήθεια των σπουδών μου στην Ψυχολογία- έχω μάθει να ξεχωρίζω γρήγορα ποιος αφήνεται στη φαντασία του χωρίς να τη φοβάται και του το λέω. Συγχρόνως προσπαθώ να τον βοηθήσω να βρει τρόπους να μη τη φοβάται. Από κει και ύστερα ο καθένας κατορθώνει όσα του επιτρέπει η μεγάλη ή μικρή αφοσίωσή του στο γράψιμο και πόσο αντέχει να ζει μέσα σ’ έναν άλλο κόσμο που σ’ αυτόν καλείται να παίξει τον ρόλο του μικρού θεού. 

Γιατί διαλέγετε  συγκεκριμένες περσόνες  στα έργα σας ; Τι σας τραβάει σε αυτές ή τι σας απωθεί ;  Συμβαίνει το ίδιο και στην ζωή ; η τα   χαρακτηριστικά τους είναι συμπληρωματικά με τους ήρωές σας;

- Δεν μπορώ να σας πω για την πραγματική μου ζωή αλλά στα έργα μου σίγουρα μαγεύομαι από τους χαρακτήρες που ζουν με ένταση τη ζωή τους και τολμούν, έστω και αν η αποτυχία είναι το πιο πιθανό σενάριο.